- μεταδρομάδην
- μετα-δρομάδην: adv., running after, Il. 5.80†.
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
μεταδρομάδην — (Α) επίρρ. με καταδίωξη, τρέχοντας από πίσω. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεταδρομή + επιρρμ. κατάλ. άδην (πρβλ. τροχ άδην)] … Dictionary of Greek
μεταδρομάδην — running after indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)